Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφήνω σέκο < → δείτε τις λέξεις αφήνω και σέκος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈfi.no ˈse.ko/

  Έκφραση επεξεργασία

αφήνω σέκο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία