ασύρματο σημείο πρόσβασης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ασύρματο σημείο πρόσβασης < → δείτε τις λέξεις ασύρματος, σημείο και πρόσβαση < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική wireless access point

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

ασύρματο σημείο πρόσβασης (el)

Υπερώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία