απομέρος
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.poˈme.ɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐πο‐μέ‐ρος
- τονικό παρώνυμο: απόμερος
Επίρρημα
επεξεργασίααπομέρος
- (σπάνιο, παρωχημένο) από μέρους, απ' τη μεριά
- ⮡ Δε δόθηκε απάντηση απομέρος τους.
- → χρειάζεται παράθεμα
- (σπάνιο, παρωχημένο) εκ μέρους / εκμέρους
- ⮡ Σας μιλώ απομέρος του υπουργού.
- (σπάνιο, παρωχημένο) όσον αφορά, από την πλευρά
- ※ Απομέρος μου γνωρίζω πὼς τὴν τελευταία νύχτα, ὅταν ξημέρωσε τόσο ἀργὰ καὶ τὰ παιδιὰ κουρασμένα πιὰ πήγανε νὰ ἡσυχάσουν, εἶδα ὅπως δὲν τὴν εἶδα ποτὲ προτήτερα καὶ τὴ δική μου ζωή κι ὅλα ὅσα ζήσαμε μαζὶ ἐκείνη καὶ γώ (Το βιβλίο του μικρού αδερφού, Gustaf af Geijerstam, μετάφρ. Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, 1917, σελ. 184)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία απομέρος
→ δείτε τους όρους από μέρους, εκ μέρους και όσον αφορά |
Πηγές
επεξεργασία- απομέρος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας