Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αποβραδίς < μεσαιωνική ελληνική ἀποβραδίς < ἀπό + βράδυ < βραδύς

  Επίρρημα επεξεργασία

αποβραδίς

  1. απ' το βράδυ
    Αποβραδίς ξεκίνησα μ’ ένα παλιό μου φίλο / για το Χατζηκυριάκειο και για τον Άγιο Νείλο (Δημήτρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας), Χατζηκυριάκειο)
    Αποβραδίς καθαρίζουμε, πλένουμε και κόβουμε τα χόρτα και τα μυρωδικά σε μεγάλα κομμάτια, ενώ τα κρεμμυδάκια και τα πράσα σε μικρά. (*)
  2. το περασμένο βράδυ

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία