αποβραδίς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αποβραδίς < μεσαιωνική ελληνική ἀποβραδίς < ἀπό + βράδυ < βραδύς
Επίρρημα
επεξεργασίααποβραδίς
- απ' το βράδυ
- Αποβραδίς ξεκίνησα μ’ ένα παλιό μου φίλο / για το Χατζηκυριάκειο και για τον Άγιο Νείλο (Δημήτρης Γκόγκος (Μπαγιαντέρας), Χατζηκυριάκειο)
- Αποβραδίς καθαρίζουμε, πλένουμε και κόβουμε τα χόρτα και τα μυρωδικά σε μεγάλα κομμάτια, ενώ τα κρεμμυδάκια και τα πράσα σε μικρά. (*)
- το περασμένο βράδυ
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- αποβραδινά
- αποβραδινός
- → δείτε τις λέξεις από, βράδυ και βραδύς