Ετυμολογία

επεξεργασία
ανώδυνος τοκετός < ανώδυνος + τοκετός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική accouchement sans douleur)

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

ανώδυνος τοκετός αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία