Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αντιστοιχίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αντιστοιχίζω
  2. θα αντιστοιχίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αντιστοιχίζω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

αντιστοιχίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντιστοίχιση