Δείτε επίσης: ἀνταγαπῶ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ανταγαπώ < (ελληνιστική κοινήἀνταγαπάω / ἀνταγαπῶ

ανταγαπώ (παθητική φωνή: ανταγαπώμαι & ανταγαπιέμαι)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία