αναφωνήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίααναφωνήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναφωνώ
- θα αναφωνήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναφωνώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίααναφωνήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αναφώνηση