Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αναπολήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναπολώ
  2. θα αναπολήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναπολώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

αναπολήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αναπόληση