Δείτε επίσης: ἀναμένεται

αναμένεται, πρτ.: αναμενόταν (απρόσωπο ρήμα) στο τρίτο πρόσωπο ενικού

  • περιμένουμε να συμβεί
      αναμένεται να φτάσει από στιγμή σε στιγμή
      Μετά την υπογραφή συνθηκών αναμένεται να επικρατήσει ειρήνη. Δεν αναμένεται ξέσπασμα πολέμου.

Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αναμένεται