Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αλι-
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Πρόθημα
1.3
Παράγωγα
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
αλι-
<
αρχαία ελληνική
ἁλι-
<
ἅλς
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή
*
séh₂l
- / *
séh₂ls
(
αλάτι
)
Πρόθημα
επεξεργασία
αλι-
σχετικό με
θάλασσα
ή
αλάτι
Παράγωγα
επεξεργασία
αλισάχνη
αλιάετος
αλιψίττακος
αλιεία