Τσίκνα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τσίκνα < γενική ενικού του αρσενικού Τσίκνας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈt͡si.kna/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τσί‐κνα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τσίκνα θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Τσίκνα αρσενικό