Τζάφκα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Τζάφκα < γενική ενικού του αρσενικού Τζάφκας
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈd͡za.fka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Τζά‐φκα
- παρώνυμο: τσάφκα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΤζάφκα θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΤζάφκα αρσενικό