Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Ρουμιάν < αρμενική Ռումյան (Ṙumyan), από παρωχημένη γραφή Ռտումյան (Ṙ t u m y a n), ή από σύντμηση του επωνύμου Ռումելյան (Ṙumelyan, Ρουμελιάν).[1] Μορφολογικά αναλύεται σε Ρουμ (Ρωμιός)[2] + -ιάν.

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ρουμιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. (σ. 304β) Ռումյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5.
  2. (σ. 164) Ռու - Ստեփան Մալխասեանց (Στεπάν Μαλχασιάντς) (1944), Հայերէն բացատրական բառարան [Αρμενικό ερμηνευτικό λεξικό], τόμοι 4 (στα αρμενικά). Γιερεβάν: Εκδ. Οίκος του Κρατικού Πανεπιστημίου του Γιερεβάν.


  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Ρουμιάν < (μεταγραφή) αρμενική Ռումյան (Ṙumyan)

  Μεταγραφή επεξεργασία

Ρουμιάν αρσενικό, άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία