Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΡΑΕ < Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας

  Συντομομορφή επεξεργασία

ΡΑΕ θηλυκό ακρωνύμιο