Δείτε επίσης: Πίερο

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

Πιέρο < μεταγραφή για την ιταλική Piero

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈpçe.ɾο/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πιέ‐ρο

  Μεταγραφή επεξεργασία

Πιέρο αρσενικό, άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Πιέρο < κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία

Πιέρο αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα επεξεργασία

Παρώνυμα επεξεργασία