Οβακιμιάν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- Οβακιμιάν : αρμενική ς προέλευσης, άλλη μορφή του Χοβακιμιάν. Μορφολογικά αναλύεται σε Οβακίμ (ο Ιωακείμ) + -ιάν.
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΟβακιμιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασία
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- Οβακιμιάν < μεταγραφή για τη ρωσική Овакимян (Ovakimján) < αρμενική γλώσσα Հովակիմյան (Hovakimyan, Χοβακιμιάν)
Μεταγραφή
επεξεργασίαΟβακιμιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο