Δείτε επίσης: Μπορίς, μπορείς

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
Μπόρις < (άμεσο δάνειο) αγγλική Boris [από το Борис] (το ίδιο και στη γερμανική κ.λπ.)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μπόρις αρσενικό άκλιτο

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Μπόρις < (άμεσο δάνειο) ρωσική Борис (και στη βουγλαρική)

Δείτε επίσης

επεξεργασία