Κάμερα
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- Κάμερα < γενική ενικού του αρσενικού Κάμερας
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈka.me.ɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κά‐με‐ρα
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Κάμερα θηλυκό άκλιτο
ΜεταγραφέςΕπεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματοςΕπεξεργασία
Κάμερα αρσενικό