Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αγουροξυπνώ < άγουρος + -ο- + ξυπνώ

  Ρήμα επεξεργασία

αγουροξυπνώ

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία