ανθρωπομάνι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 08:58, 15 Οκτωβρίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
ανθρωπομάνι ουδέτερο (άκλιτο)
- πλήθος ανθρώπων, λαού, λαομάνι, μπόλικος κοσμάκης που τρέχει στις δουλειές του, κάτι κάνει (όχι ακριβώς η έννοια της λαοθάλασσας, που συνήθως χρησιμοποιείται για συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας)
γυναικομάνι, σκουπιδομάνι, χαρτομάνι
Μεταφράσεις
ανθρωπομάνι