Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
Εδέμ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Κύριο όνομα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Πολυλεκτικοί όροι
1.2.3
Δείτε επίσης
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
κέντημα που απεικονίζει την
Εδέμ
Ετυμολογία
επεξεργασία
Εδέμ
<
αρχαία ελληνική
Ἐδέμ
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Εδέμ
θηλυκό
(
θρησκεία
) (
στη Βίβλο
) ο
Παράδεισος
των
Πρωτοπλάστων
Συγγενικά
επεξεργασία
εδεμικός
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
κήπος της Εδέμ
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Εδέμ
στη
Βικιπαίδεια
παράδεισος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Εδέμ
αγγλικά
:
Eden
(en)
γαλλικά
:
Éden
(fr)
εβραϊκά
:
גן עדן
(he)
εσπεράντο
:
Edeno
(eo)
ρουμανικά
:
edem
(ro)
ρωσικά
:
эдем
(ru)