Αντάντ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αντάντ < γαλλική Entente Cordiale < entente + cordiale (εγκάρδια συνεννόηση)
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αντάντ θηλυκό άκλιτο
- διπλωματικός όρος κατά τον 19ο αιώνα με τον οποίο δηλώνονταν διάφορες διπλωματικές συμφωνίες και συμμαχίες
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Αντάντ στη Βικιπαίδεια