Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ανάμ < Αννάμ με απλοποίηση ορθογραφίας < βιετναμική An Nam

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈnam/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐νάμ

  Μεταγραφή επεξεργασία

Ανάμ ουδέτερο άκλιτο

  • περιοχή του Βιετνάμ, παλιότερα προτεκτοράτο της γαλλικής Ινδοκίνας και παλιότερο όνομα του Βιετνάμ
    ※  Νίκος Καββαδίας, συλλογή Μαραμπού, «William George Allum», προτελευταία στροφή
    Πολλές φορές στα σκοτεινά τον είδανε τα βράδια
    με βότανα το στήθος του να τρίβει, οι θερμαστές …
    Του κάκου· γνώριζεν αυτός —καθώς το ξέρουμ' όλοι—
    ότι του Αννάμ τα στίγματα δε βγαίνουνε ποτές … (ΣτΕ: στίγματα: εννοεί τατουάζ)

Άλλες γραφές επεξεργασία

  • Αννάμ (μη απλοποιημένη γραφή)

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία