ŝtato
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ŝtato < → λείπει η ετυμολογία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ŝtato | ŝtatoj |
αιτιατική | ŝtaton | ŝtatojn |
ŝtato (eo)
- το κράτος
![]() |
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ŝtato | ŝtatoj |
αιτιατική | ŝtaton | ŝtatojn |
ŝtato (eo)