Εσπεράντο (eo)

  Ετυμολογία

ŝi < αγγλική she

  Προφορά

ΔΦΑ : /ʃi/
 

  Αντωνυμία

πτώση ενικός
ονομαστική ŝi
αιτιατική ŝin

ŝi (eo)

ŝi amas lin - (αυτή) τον αγαπάει
mi vidas ŝin - (εγώ) την βλέπω (αυτή)
ŝi estas tre bela - (αυτή) είναι πολύ όμορφη

Συγγενικά