zinio
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | zinio | zinioj |
αιτιατική | zinion | ziniojn |
zinio (eo)
- η ζίννια
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | zinio | zinioj |
αιτιατική | zinion | ziniojn |
zinio (eo)