ενεστώτας vouch for
γ΄ ενικό ενεστώτα vouches for
αόριστος vouched for
παθητική μετοχή vouched for
ενεργητική μετοχή vouching for

  Ετυμολογία

επεξεργασία
vouch for < → δείτε τις λέξεις vouch και for

vouch for (en)

  1. βεβαιώνω για κάποιον, λέω ότι πιστεύω ότι κάποιος θα φερθεί καλά και ότι θα είμαι υπεύθυνος για τις πράξεις του
    ⮡  I will vouch for his character.
    Θα βεβαιώσω για τον χαρακτήρα του.
  2. βεβαιώνω, λέω ότι πιστεύω ότι κάτι είναι αληθινό ή καλό γιατί έχω αποδείξεις γι' αυτό
    ⮡  I believe he paid but I can’t vouch for it.
    Πιστεύω ότι πλήρωσε αλλά δεν μπορώ να το βεβαιώσω.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη certify