Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

visionnaire < → δείτε τις λέξεις vision και -aire

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vi.zjɔ.nɛʁ/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
visionnaire visionnaires

visionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. που οραματίζεται

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
visionnaire visionnaires

visionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. o ονειροπόλος
  2. o οραματιστής