vermuto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- vermuto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vermuto | vermutoj |
αιτιατική | vermuton | vermutojn |
vermuto (eo)
- το βερμούτ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | vermuto | vermutoj |
αιτιατική | vermuton | vermutojn |
vermuto (eo)