Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ventro
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Εσπεράντο
(eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ventro
<
ventr
+
-o
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πτώση
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ventro
ventroj
αιτιατική
ventron
ventrojn
ventro
(eo)
η
κοιλιά