végétarien
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- végétarien < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | végétarien | végétariens |
θηλυκό | végétarienne | végétariennes |
végétarien (fr)
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | végétarien | végétariens |
θηλυκό | végétarienne | végétariennes |
végétarien (fr) αρσενικό ή θηλυκό