universala
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | universala | universalaj |
αιτιατική | universalan | universalajn |
universala (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | universala | universalaj |
αιτιατική | universalan | universalajn |
universala (eo)