Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
unfaithful
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
unfaithful
<
un-
+
faithful
Επίθετο
επεξεργασία
unfaithful
(en)
άπιστος
(χωρίς θρησκευτική
πίστη
)
άπιστος
(
μοιχός
)
που δεν δείχνει καλή
πίστη
άτιμος
(
για μετάφραση
) μη
πιστός
Συγγενικά
επεξεργασία
unfaithfully
unfaithfulness