Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
underpass underpasses

  Ετυμολογία επεξεργασία

underpass < under- + pass

  Ουσιαστικό επεξεργασία

underpass (en)

  Πηγές επεξεργασία