triglo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- triglo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | triglo | trigloj |
αιτιατική | triglon | triglojn |
triglo (eo)
- (ψάρι) το μπαρμπούνι
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | triglo | trigloj |
αιτιατική | triglon | triglojn |
triglo (eo)