torento
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- torento < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | torento | torentoj |
αιτιατική | torenton | torentojn |
torento (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | torento | torentoj |
αιτιατική | torenton | torentojn |
torento (eo)