threadsafe
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
threadsafe (en)
- (πληροφορική, προγραμματισμός) εφαρμογή (πρόγραμμα) όπου οι οντότητες δεδομένων (αρχεία, δομές δεδομένων, objects, κλπ) είναι προσβάσιμες από πολλά νήματα (threads) ταυτόχρονα χωρίς προβλήματα
Άλλες γραφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- threadsafe στην αγγλική Βικιπαίδεια