tapageur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tapageur | tapageurs |
θηλυκό | tapageuse | tapageuses |
Επίθετο
επεξεργασίαtapageur (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tapageur | tapageurs |
θηλυκό | tapageuse | tapageuses |
tapageur (fr)