take delivery
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | take delivery |
γ΄ ενικό ενεστώτα | takes delivery |
αόριστος | took delivery |
παθητική μετοχή | taken delivery |
ενεργητική μετοχή | taking delivery |
Έκφραση
επεξεργασίαtake delivery (en)
- (επίσημο, +of) παραλαμβάνω