Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
taillable
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
Επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
taillable
taillables
Επίθετο
Επεξεργασία
taillable
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
που ώφειλε να πληρώσει τον
φόρο
«
taille
»
Εκφράσεις
Επεξεργασία
taillable et
corvéable
à
merci
: που μπορεί να πληρώσει τον παραπάνω φόρο, καθώς και να εκτελέσει υποχρεωτικά έργα για τον άρχοντα, χωρίς όρια