taĉmento
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- taĉmento < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | taĉmento | taĉmentoj |
αιτιατική | taĉmenton | taĉmentojn |
taĉmento (eo)
- το απόσπασμα
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | taĉmento | taĉmentoj |
αιτιατική | taĉmenton | taĉmentojn |
taĉmento (eo)