Ουσιαστικό

επεξεργασία

syntaxis (en)

  1. (σπάνιο) (γραμματική) η σύνταξη, το συντακτικό μιας γλώσσας
    •  δείτε τη λέξη syntax
  2. (σπάνιο) (κρυσταλλογραφία) …
    •  δείτε τη λέξη syntaxy



Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία