syntaxis
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /sɪnˈtaksɪs/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsyntaxis (en)
- (σπάνιο) (γραμματική) η σύνταξη, το συντακτικό μιας γλώσσας
- → δείτε τη λέξη syntax
- (σπάνιο) (κρυσταλλογραφία) …
- → δείτε τη λέξη syntaxy
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- syntaxis < (άμεσο δάνειο) αρχαία ελληνική σύνταξις
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsyntaxis (la) θηλυκό
- (γραμματική) υστερολατινικά η σύνταξη, το συντακτικό
Πηγές
επεξεργασία- syntaxis - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.