surinamanino
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | surinamanino | surinamaninoj |
αιτιατική | surinamaninon | surinamaninojn |
surinamanino (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | surinamanino | surinamaninoj |
αιτιατική | surinamaninon | surinamaninojn |
surinamanino (eo)