sufleo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- sufleo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sufleo | sufleoj |
αιτιατική | sufleon | sufleojn |
sufleo (eo)
- το σουφλέ
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sufleo | sufleoj |
αιτιατική | sufleon | sufleojn |
sufleo (eo)