sufiĉa
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- sufiĉa < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sufiĉa | sufiĉaj |
αιτιατική | sufiĉan | sufiĉajn |
sufiĉa (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sufiĉa | sufiĉaj |
αιτιατική | sufiĉan | sufiĉajn |
sufiĉa (eo)