stratopaŭzo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | stratopaŭzo | stratopaŭzoj |
αιτιατική | stratopaŭzon | stratopaŭzojn |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /stra.toˈpaw.zo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : stra‐to‐paŭ‐zo
Ουσιαστικό επεξεργασία
stratopaŭzo (eo)
Δείτε επίσης επεξεργασία
- stratosfero στην εσπεράντο Βικιπαίδεια