spreadsheet
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
spreadsheet | spreadsheets |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈspɹɛdʃiːt/ & /ˈsprɛdʃiːt/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαspreadsheet (en)
Ρήμα
επεξεργασίαspreadsheet (en)
- χρήση υπολογιστικού φύλλου για την μοντελοποίηση και υπολογισμούς
Δείτε επίσης
επεξεργασία- spreadsheet στην αγγλική Βικιπαίδεια