soprano
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
soprano | sopranos |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
soprano (fr) θηλυκό
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- soprano < → λείπει η ετυμολογία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | soprano | sopranoj |
αιτιατική | sopranon | sopranojn |
soprano (eo)