Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

smartphone < smart + phone (μαρτυρείται από το 1996)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈsmɑːtfəʊn/ (ΗΒ)
ΔΦΑ : /ˈsmɑɹtfoʊn/ (ΗΠΑ)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
smartphone smartphones

smartphone (en)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. smartphone - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)